FAQs About the word hoister

γερανός

an operator of a hoist

ανασηκώνω,ενισχύω,ανυψώνω,βάρος,Γρύλλος (για ανύψωση),ανυψώνω,ανασηκώνω,πεζοπορία,παραλαμβάνω,πίσω

καταθλίβω,σταγόνα,Χαμηλότερος,νιπτήρας,βυθίζω,βυθίζω

hoisted => ανύψωσε, hoistaway => ανύψωση, hoist => ανυψωτήρας, hoisin sauce => Σάλτσα hoisin, hoise => υψώνω,