FAQs About the word heartstruck

κακομοίρης

Driven to the heart; infixed in the mind., Shocked with pain, fear, or remorse; dismayed; heartstricken.

No synonyms found.

No antonyms found.

heartstrings => χορδές της καρδιάς, heartstring => τρυφερό σημείο, heartstrike => έμφραγμα του μυοκαρδίου, heartstricken => θλιβερός, heart-spoon => κουταλάκι σε σχήμα καρδιάς,