FAQs About the word griskin

Γκρίσκιν

The spine of a hog.

No synonyms found.

No antonyms found.

grisette => Γριζέτ, griseous => γριζωπός, griseofulvin => γκριζεοφουλβίνη, griselinia lucida => Γκρισελίνια η λαμπρή, griselinia littoralis => Γκρισελίνια του παράκτιου,