FAQs About the word funny papers

αστείες εφημερίδες

a comic section of a newspaper, the comic section of a newspaper

Κόμικ,Γελοιογραφία,αστείο,Γκραφική νουβέλα,Κινούμενα σχέδια,Κινούμενα σχέδια,Σκίτσο,Λωρίδα,γελοιογραφία,αστείος

No antonyms found.

funny paper(s) => Κόμικς, funning => αστείος, funnels => χωνιά, funnelling => Καναλοποίηση, funnelled => διοχετευμένος,