Greek Meaning of functionalist
Λειτουργικός
Other Greek words related to Λειτουργικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of functionalist
- functionalism => Λειτουργισμός
- functional magnetic resonance imaging => Λειτουργική μαγνητική τομογραφία
- functional illiterate => λειτουργικός αναλφάβητος
- functional genomics => Λειτουργική γονιδιωματική
- functional disorder => λειτουργική διαταραχή
- functional calculus => Λειτουργικός λογισμός
- functional anatomy => Λειτουργική Ανατομία
- functional => Λειτουργικός
- function word => λειτουργική λέξη
- function call => κλήση συνάρτησης
Definitions and Meaning of functionalist in English
functionalist (n)
an adherent of functionalism
FAQs About the word functionalist
Λειτουργικός
an adherent of functionalism
No synonyms found.
No antonyms found.
functionalism => Λειτουργισμός, functional magnetic resonance imaging => Λειτουργική μαγνητική τομογραφία, functional illiterate => λειτουργικός αναλφάβητος, functional genomics => Λειτουργική γονιδιωματική, functional disorder => λειτουργική διαταραχή,