Greek Meaning of frontiersman
μεθοριακός φύλακας
Other Greek words related to μεθοριακός φύλακας
Nearest Words of frontiersman
Definitions and Meaning of frontiersman in English
frontiersman (n)
a man who lives on the frontier
FAQs About the word frontiersman
μεθοριακός φύλακας
a man who lives on the frontier
Άποικος,πρωτοπόρος,άποικος,αποικιακός,αποικιοκράτης,αποικιστής,εξερευνητής,ορειβάτης,εξερευνητής,ξυλοκόπος
No antonyms found.
frontiered => συνοριακό, frontier settlement => Παραμεθόρια εγκατάσταση, frontier => σύνορο, fronted => αντιμετωπίζει, frontbencher => μέλος της κυβέρνησης,