FAQs About the word flibbertigibbet

κουτσομπόλης

a female foolAn imp.

κούκος,Χήνα,Αφηρημένος,μυαλό πουλιού,μια ελαφρόμυαλη,ξέμπαρκος,κουτσομπόλης,μαλακάς

σοβαροφανής

flibbergib => φλιμπερτιγκιμπ, flexure => κάμψη, flexural => εύκαμπτος, flexuous => Ευλύγιστος, flexuose => εύκαμπτος,