Greek Meaning of fingernail
νύχι
Other Greek words related to νύχι
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of fingernail
- fingerpaint => Ζωγραφική με δάχτυλα
- finger-paint => Ζωγραφική με δάχτυλα
- finger-painting => Ζωγραφική με δάχτυλα
- fingerpointing => Δακτυλοδεικτολόγηση
- finger-pointing => δακτυλοδειξία
- fingerpost => Δείκτης
- fingerprint => δακτυλικό αποτύπωμα
- fingerprint expert => Ειδικός σε αποτυπώματα δακτύλων
- fingerprint man => ο ανθρωπος με τα δακτυλικά αποτυπώματα
- fingerprint specialist => ειδικός στα δακτυλικά αποτυπώματα
Definitions and Meaning of fingernail in English
fingernail (n)
the nail at the end of a finger
FAQs About the word fingernail
νύχι
the nail at the end of a finger
No synonyms found.
No antonyms found.
fingermark => Δακτυλικό αποτύπωμα, fingerling => τηγανάκι, fingerlike => σαν δάχτυλο, fingerless => δίχως δάχτυλα, fingering => δακτυλοθεσία,