Greek Meaning of field of study
Τομέας σπουδών
Other Greek words related to Τομέας σπουδών
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of field of study
- field of regard => οπτικό πεδίο
- field of operations => Πεδίο επιχειρήσεων
- field of operation => πεδίο επιχειρησιακών δράσεων
- field of honor => Πεδίο τιμής
- field of force => Πεδίο δύναμης
- field of fire => πεδίο βολής
- field of battle => Πεδίο μάχης
- field mustard => Σινάπι το άγριο
- field mushroom => Άσπρο στρεβέλι
- field mouse-ear => Στελλερία η μέση
- field of view => Οπτικό πεδίο
- field of vision => Οπτικό πεδίο
- field officer => Υπεύθυνος πεδίου
- field pansy => Αρουραίο πανσέ
- field pea => Μπιζέλι
- field pennycress => Αρσενικό
- field poppy => Παπαρούνα
- field press censorship => Λογοκρισία του στρατιωτικού τύπου
- field pussytoes => Σκυλοπόδι αγρινό
- field ration => Επισιτισμός πεδίου
Definitions and Meaning of field of study in English
field of study (n)
a branch of knowledge
FAQs About the word field of study
Τομέας σπουδών
a branch of knowledge
No synonyms found.
No antonyms found.
field of regard => οπτικό πεδίο, field of operations => Πεδίο επιχειρήσεων, field of operation => πεδίο επιχειρησιακών δράσεων, field of honor => Πεδίο τιμής, field of force => Πεδίο δύναμης,