FAQs About the word fecundated

γονιμοποιημένο

of Fecundate

No synonyms found.

No antonyms found.

fecundate => γονιμοποιώ, fecund => γόνιμος, feculent => δυσώδης, feculency => δυσωδία, feculence => θολερότητα,