FAQs About the word exhibitory

εκθεσιακός

Exhibiting; publicly showing.

Οθόνη,Έκθεση,έκθεση,δίκαιο,παραγωγή,Δείχνω,δημοπρασία,διαδήλωση,έκθεση,προσφορά

καμουφλάζ,κρύβω,εξώφυλλο,μεταμφίεση,κρύβω,Μάσκα,Κουρτίνα,ασαφής,αποφράσσω,πέπλο

exhibitor => εκθέτης, exhibitive => επιδεικτικός, exhibitionistic => επιδειξιομανής, exhibitionist => επιδειξίας, exhibitionism => επιδειξιμανία,