Greek Meaning of exhibitory
εκθεσιακός
Other Greek words related to εκθεσιακός
Nearest Words of exhibitory
Definitions and Meaning of exhibitory in English
exhibitory (a.)
Exhibiting; publicly showing.
FAQs About the word exhibitory
εκθεσιακός
Exhibiting; publicly showing.
Οθόνη,Έκθεση,έκθεση,δίκαιο,παραγωγή,Δείχνω,δημοπρασία,διαδήλωση,έκθεση,προσφορά
καμουφλάζ,κρύβω,εξώφυλλο,μεταμφίεση,κρύβω,Μάσκα,Κουρτίνα,ασαφής,αποφράσσω,πέπλο
exhibitor => εκθέτης, exhibitive => επιδεικτικός, exhibitionistic => επιδειξιομανής, exhibitionist => επιδειξίας, exhibitionism => επιδειξιμανία,