Greek Meaning of esmolol
Εσμολόλη
Other Greek words related to Εσμολόλη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of esmolol
- esnecy => Δεν υπάρχει μετάφραση
- esocidae => Λούτσοι
- esodic => εσωδικός
- esop => πρόγραμμα μετοχικών κινήτρων
- esophagal => οισοφαγικός
- esophageal => οισοφαγικός
- esophageal reflux => γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
- esophageal smear => Ενδοσκόπηση οισοφάγου
- esophageal veins => Οι φλέβες του οισοφάγου
- esophagean => οισοφαγικός
Definitions and Meaning of esmolol in English
esmolol (n)
intravenous beta blocker (trade name Brevibloc) that acts for only a short time; used primarily for cardiac arrhythmias
FAQs About the word esmolol
Εσμολόλη
intravenous beta blocker (trade name Brevibloc) that acts for only a short time; used primarily for cardiac arrhythmias
No synonyms found.
No antonyms found.
esme stuart lennox robinson => Εσμέ Στιούαρτ Λένοξ Ρόμπινσον, esm => esm, esloin => υπεξαιρώ, eskimos => Εσκιμώοι, eskimo-aleut language => Εσκιμωικές-Αλεουτικές γλώσσες,