FAQs About the word erecter

εργάτης ανέγερσης

An erector; one who raises or builds.

No synonyms found.

No antonyms found.

erected => ανεγερθεί, erectable => ανασηκωτό, erect bugle => όρθιο κέρατο, erect => όρθιος, erechtites hieracifolia => Ερέχθιτες Ιερακιοφύλλου,