Greek Meaning of endome
ενδομεμβρανικό σύστημα
Other Greek words related to ενδομεμβρανικό σύστημα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of endome
- endometrial => ενδομήτριο
- endometrial cancer => καρκίνος του ενδομητρίου
- endometrial carcinoma => Καρκίνος του ενδομητρίου
- endometriosis => Ενδομητρίωση
- endometritis => Ενδομητρίτιδα
- endometrium => Ενδομήτριο
- endomorph => ενδόμορφος
- endomorphic => Ενδομορφικός
- endomorphy => ενδομορφισμός
- endomycetales => Ενδομυκητιακά
Definitions and Meaning of endome in English
endome (v. t.)
To cover as with a dome.
FAQs About the word endome
ενδομεμβρανικό σύστημα
To cover as with a dome.
No synonyms found.
No antonyms found.
endolymphatic => ενδολεμφικός, endolymphangial => ενδολέμφιος, endolymph => ενδολεμφος, endognathal => ενδογνάθιο, endognath => εσωγνάθος,