FAQs About the word enamour

ερωτεύομαι

attract; cause to be enamored

No synonyms found.

No antonyms found.

enamorment => ερωτευσιά, enamoring => γοητευτικός, enamoredness => ερωτοτροπία, enamored => ερωτευμένος, enamor => Ερωτεύομαι,