Greek Meaning of embarks
επιβιβάζεται
Other Greek words related to επιβιβάζεται
Nearest Words of embarks
- embarking (on or upon) => επιβίβαση (σε ή επί)
- embarked (on or upon) => επιβιβάστηκε (σε ή επί)
- embark (on or upon) => επιβιβάζομαι (σε ή πάνω σε)
- embarcadero => προβλήτα
- embankments => αναχώματα
- emancipations => χειραφετήσεις
- emancipates => απελευθερώνει
- e-mails => μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
- e-mailing => αποστολή email
- eludes => διαφεύγει
Definitions and Meaning of embarks in English
embarks
to make a start, to cause to go on board (a boat, an airplane, etc.), to engage, enlist, or invest in an enterprise, to go on board a vehicle for transportation, to go or put on board a ship or airplane, to begin some task or project
FAQs About the word embarks
επιβιβάζεται
to make a start, to cause to go on board (a boat, an airplane, etc.), to engage, enlist, or invest in an enterprise, to go on board a vehicle for transportation
λανσάρει,Πανιά
αποβάθρες,γη,λόγοι,δένει,παραλίες,κουκέτες,Μαυριτανοί
embarking (on or upon) => επιβίβαση (σε ή επί), embarked (on or upon) => επιβιβάστηκε (σε ή επί), embark (on or upon) => επιβιβάζομαι (σε ή πάνω σε), embarcadero => προβλήτα, embankments => αναχώματα,