Greek Meaning of electrophone
ηλεκτρόφωνο
Other Greek words related to ηλεκτρόφωνο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of electrophone
- electropathy => Ηλεκτροπάθεια
- electronics intelligence => Ηλεκτρονική πληροφορία
- electronics industry => Ηλεκτρονική βιομηχανία
- electronics company => Ηλεκτρονική εταιρεία
- electronics => ηλεκτρονικά
- electronically => ηλεκτρονικά
- electronic warfare-support measures => Ηλεκτρονικά μέτρα υποστήριξης πολέμου
- electronic warfare => ηλεκτρονικός πόλεμος
- electronic voltmeter => Ηλεκτρονικός βολτόμετρος
- electronic transistor => ηλεκτρονικό τρανζίστορ
- electrophoresis => ηλεκτροφόρηση
- electrophoretic => ηλεκτροφορητικός
- electrophori => ηλεκτροσκόπιο
- electrophoridae => Electrophoridae
- electrophorus => ηλεκτροφόρος
- electrophorus electric => Ηλεκτροφόρος γατόψαρος
- electro-physiological => ηλεκτροφυσιολογικός
- electro-physiology => ηλεκτροφυσιολογία
- electroplate => Ηλεκτρολυτική επίστρωση
- electroplater => Γαλβανιστής
Definitions and Meaning of electrophone in English
electrophone (n.)
An instrument for producing sound by means of electric currents.
FAQs About the word electrophone
ηλεκτρόφωνο
An instrument for producing sound by means of electric currents.
No synonyms found.
No antonyms found.
electropathy => Ηλεκτροπάθεια, electronics intelligence => Ηλεκτρονική πληροφορία, electronics industry => Ηλεκτρονική βιομηχανία, electronics company => Ηλεκτρονική εταιρεία, electronics => ηλεκτρονικά,