Greek Meaning of electric light
ηλεκτρικό φως
Other Greek words related to ηλεκτρικό φως
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of electric light
- electric lamp => Ηλεκτρική λάμπα
- electric heater => Ηλεκτρική θερμάστρα
- electric healing => Ηλεκτρική επούλωση
- electric hammer => Ηλεκτρικό σφυρί
- electric guitar => ηλεκτρική κιθάρα
- electric glow => ηλεκτρική λάμψη
- electric furnace => ηλεκτρικός φούρνος
- electric frying pan => ηλεκτρικό τηγάνι
- electric fire => Ηλεκτρικό τζάκι
- electric field => Ηλεκτρικό πεδίο
- electric locomotive => Ηλεκτρική ατμομηχανή
- electric main => Κύριο ηλεκτρικό ρεύμα
- electric meter => ηλεκτρικός μετρητής
- electric mixer => ηλεκτρικός αναδευτήρας
- electric motor => Ηλεκτροκινητήρας
- electric organ => ηλεκτρικό όργανο
- electric outlet => πρίζα
- electric pig => Ηλεκτρικό χοιρίδιο
- electric potential => Ηλεκτρικό δυναμικό
- electric power => Ηλεκτρική ενέργεια
Definitions and Meaning of electric light in English
electric light (n)
electric lamp consisting of a transparent or translucent glass housing containing a wire filament (usually tungsten) that emits light when heated by electricity
FAQs About the word electric light
ηλεκτρικό φως
electric lamp consisting of a transparent or translucent glass housing containing a wire filament (usually tungsten) that emits light when heated by electricity
No synonyms found.
No antonyms found.
electric lamp => Ηλεκτρική λάμπα, electric heater => Ηλεκτρική θερμάστρα, electric healing => Ηλεκτρική επούλωση, electric hammer => Ηλεκτρικό σφυρί, electric guitar => ηλεκτρική κιθάρα,