Greek Meaning of electric field
Ηλεκτρικό πεδίο
Other Greek words related to Ηλεκτρικό πεδίο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of electric field
- electric fan => ηλεκτρικός ανεμιστήρας
- electric eye => Ηλεκτρικό μάτι
- electric eel => Ηλεκτρική χέλυ
- electric drill => Ηλεκτρικό τρυπάνι
- electric doublet => Ηλεκτρικός δίπολος
- electric discharge => ηλεκτρική εκκένωση
- electric dipole moment => ηλεκτρική διπολική ροπή
- electric dipole => Ηλεκτρικός δίπολος
- electric current => ηλεκτρικό ρεύμα
- electric cord => Ηλεκτρικό καλώδιο
- electric fire => Ηλεκτρικό τζάκι
- electric frying pan => ηλεκτρικό τηγάνι
- electric furnace => ηλεκτρικός φούρνος
- electric glow => ηλεκτρική λάμψη
- electric guitar => ηλεκτρική κιθάρα
- electric hammer => Ηλεκτρικό σφυρί
- electric healing => Ηλεκτρική επούλωση
- electric heater => Ηλεκτρική θερμάστρα
- electric lamp => Ηλεκτρική λάμπα
- electric light => ηλεκτρικό φως
Definitions and Meaning of electric field in English
electric field (n)
a field of force surrounding a charged particle
FAQs About the word electric field
Ηλεκτρικό πεδίο
a field of force surrounding a charged particle
No synonyms found.
No antonyms found.
electric fan => ηλεκτρικός ανεμιστήρας, electric eye => Ηλεκτρικό μάτι, electric eel => Ηλεκτρική χέλυ, electric drill => Ηλεκτρικό τρυπάνι, electric doublet => Ηλεκτρικός δίπολος,