Greek Meaning of economic crisis
οικονομική κρίση
Other Greek words related to οικονομική κρίση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of economic crisis
- economic consumption => Οικονομική κατανάλωση
- economic condition => Οικονομική κατάσταση
- economic commission for latin america => Οικονομική Επιτροπή της Λατινικής Αμερικής
- economic commission for europe => Οικονομική Επιτροπή για την Ευρώπη
- economic commission for asia and the far east => Οικονομική Επιτροπή της Ασίας και του Πορότγου
- economic commission for africa => Οικονομική Επιτροπή για την Αφρική
- economic assistance => οικονομική ενίσχυση
- economic and social council commission => Επιτροπή Οικονομικών και Κοινωνικών Συμβουλίου
- economic and social council => Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο
- economic aid => οικονομική βοήθεια
- economic expert => Οικονομικός εμπειρογνώμονας
- economic geography => Οικονομική γεωγραφία
- economic geology => Οικονομική Γεωλογία
- economic growth => Οικονομική ανάπτυξη
- economic libertarian => Οικονομικός φιλελεύθερος
- economic mobilisation => Οικονομική κινητοποίηση
- economic mobilization => οικονομική κινητοποίηση
- economic policy => οικονομική πολιτική
- economic process => οικονομική διαδικασία
- economic rent => οικονομική ενοικίαση
Definitions and Meaning of economic crisis in English
economic crisis (n)
a long-term economic state characterized by unemployment and low prices and low levels of trade and investment
FAQs About the word economic crisis
οικονομική κρίση
a long-term economic state characterized by unemployment and low prices and low levels of trade and investment
No synonyms found.
No antonyms found.
economic consumption => Οικονομική κατανάλωση, economic condition => Οικονομική κατάσταση, economic commission for latin america => Οικονομική Επιτροπή της Λατινικής Αμερικής, economic commission for europe => Οικονομική Επιτροπή για την Ευρώπη, economic commission for asia and the far east => Οικονομική Επιτροπή της Ασίας και του Πορότγου,