Greek Meaning of dwarf juniper
Αρκεύθου το κοινόν
Other Greek words related to Αρκεύθου το κοινόν
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of dwarf juniper
- dwarf iris => Ίριδα νάνος
- dwarf hulsea => Χουλσέα η νάνα
- dwarf grey willow => Τουρκική γκρίζα ιτιά
- dwarf gray willow => Γκρίζα ιτιά νάνος
- dwarf golden chinkapin => Χρυσοκάστανο νάνο
- dwarf flowering almond => νάνος αμυγδαλιά
- dwarf elm => Πτελέα η δασύφυλλος
- dwarf dandelion => Νάνος πικραλίδα
- dwarf daisy => Νάνος μαργαρίτα
- dwarf cornel => Αιγώνιον
- dwarf lycopod => Νάνος λυκόποδας
- dwarf maple => Νάνος ιαπωνικός σφένδαμος
- dwarf mountain pine => Αλπικό πεύκο
- dwarf mulberry => Μικρή μουριά
- dwarf nipplewort => Κοντοαγιάγκο (Κοντοκεντάυρια)
- dwarf oak => δρυς νάνος
- dwarf phlox => Φλόξ ο νάνος
- dwarf pipefish => Νανοσωληνόψαρο
- dwarf pocket rat => Νάνος αρουραίος τσέπης
- dwarf russian almond => νάνος ρωσική αμυγδαλιά
Definitions and Meaning of dwarf juniper in English
dwarf juniper (n)
a procumbent variety of the common juniper
procumbent or spreading juniper
FAQs About the word dwarf juniper
Αρκεύθου το κοινόν
a procumbent variety of the common juniper, procumbent or spreading juniper
No synonyms found.
No antonyms found.
dwarf iris => Ίριδα νάνος, dwarf hulsea => Χουλσέα η νάνα, dwarf grey willow => Τουρκική γκρίζα ιτιά, dwarf gray willow => Γκρίζα ιτιά νάνος, dwarf golden chinkapin => Χρυσοκάστανο νάνο,