Greek Meaning of distributive shock
Διανεμητικό σοκ
Other Greek words related to Διανεμητικό σοκ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of distributive shock
- distributive => διανεμητικός
- distributionist => διανομέας
- distributional => Διανεμητικός
- distribution list => Λίστα διανομής
- distribution law => Νόμος διανομής
- distribution free statistic => Στατιστική ανεξάρτητη της κατανομής
- distribution cost => Κόστος διανομής
- distribution channel => κανάλι διανομής
- distribution agreement => Συμφωνία διανομής
- distribution => διανομή
- distributively => διανεμητικά
- distributiveness => διανεμητικότητα
- distributor => Διανομέας
- distributor cam => εκκεντροφόρος διανομέα
- distributor cap => Κάλυμμα διανομέα
- distributor housing => Μονάδα διανομής
- distributor point => Σημείο διανομής
- district => Περιοχή
- district attorney => εισαγγελέας πρωτοδικών
- district line => Γραμμή περιφέρειας
Definitions and Meaning of distributive shock in English
distributive shock (n)
shock caused by poor distribution of the blood flow
FAQs About the word distributive shock
Διανεμητικό σοκ
shock caused by poor distribution of the blood flow
No synonyms found.
No antonyms found.
distributive => διανεμητικός, distributionist => διανομέας, distributional => Διανεμητικός, distribution list => Λίστα διανομής, distribution law => Νόμος διανομής,