Greek Meaning of dissector
ανατόμος
Other Greek words related to ανατόμος
Nearest Words of dissector
Definitions and Meaning of dissector in English
dissector (n.)
One who dissects; an anatomist.
FAQs About the word dissector
ανατόμος
One who dissects; an anatomist.
αναλύω,εξετάζω,ανατομή,αξιολογώ,κόβω,αποδομή,Διαγνώσκω,διαίρεση,αξιολογώ,Διερευνώ
σύνολο,αφομοιωθεί,συνενώνομαι,ενοποίηση,ενσωματώνω,συνθέτω,ενοποίηση,συγχωνεύομαι,συγκρότημα,συσσωμάτωμα
dissection => ανατομία, dissecting => διατομή, dissectible => ανατομή, dissected => ανατομικός, dissect => ανατέμνω,