FAQs About the word dispossessions

αποστερήσεις

to take away the possession of or the right to occupy land or houses, to put out of possession or occupancy, to put out of possession or occupancy compare evi

στερήσεις,κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων,απώλειες,στερήσεις,απουσίες,χάνει,λανθασμένες τοποθετήσεις,Ποινές,θυσίες,πένθη

κέρδη,χέρια,εξαγορές,στοιχεία ελέγχου,ιδιοκτησίες

dispositions => διαθέσεις, disposing of => διάθεση, disposed of => διαθέσιμος, disposals => συσκευές, displeases => δυσαρεστεί,