FAQs About the word disentanglement

ξεμπέρδεμα

the act of releasing from a snarled or tangled conditionThe act of disentangling or clearing from difficulties.

αποσύνδεση,ανάκρουση,αποστροφή,ανάληψη,Υποχώρηση,απόσυρση,ύφεση,συνταξιοδότηση,Υποχώρηση,φυγή

πρόοδος,πρόοδος

disentangled => μπερδεμένος, disentangle => ξεμπερδεύω, disenslave => απαλλάσσω, disenshrouded => αποκάλυψε, disensanity => τρέλα,