Greek Meaning of disendowed
απογυμνωμένος
Other Greek words related to απογυμνωμένος
Nearest Words of disendowed
- disendowing => απομάκρυνση δωρεάς
- disenfranchises => στερεί από τα δικαιώματα
- disenfranchising => στέρηση δικαιώματος ψήφου
- disengages => απεμπλέκει
- disentangles => ξεμπλέκει
- disenthral => απελευθερώνω
- disenthraling => απογοητευτικός
- disenthralling => αποτρεπτικό
- disequilibrate => μη ισορροπώ
- disequilibrated => ανισορροπημένος
Definitions and Meaning of disendowed in English
disendowed
to strip of endowment
FAQs About the word disendowed
απογυμνωμένος
to strip of endowment
χρηματοδοτούμενο,έλαβε,σχεδίασε,υπήρχε
χαρισματικός,καθιερωμένος,χρηματοδοτούμενα,ιδρύθηκε,χρηματοδοτούμενη,οργανωμένος,επιδοτούμενο,κληροδοτημένος,συνεισέφερε,δωρεά
disencumbers => απαλλάσσει, disenchants => απογοητεύει, disempowering => εξουδετερωτική, disempowered => κατεσταλμένος, disemboweling => σπλαχνισμός,