FAQs About the word diddley

Ντίντλεϊ

a small worthless amount

No synonyms found.

No antonyms found.

diddler => τσιγκούνης, diddle => εξαπατάν, γελοιοποιώ, didder => ντιντερ, didascalic => διδακτικός, didascalar => διδάσκαλος,