Greek Meaning of cultivated plant
cultivated plant
Other Greek words related to cultivated plant
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cultivated plant
- cultivated parsnip => Παστινάκι
- cultivated land => Καλλιεργήσιμη γη
- cultivated crab apple => Καλλιεργημένη αγριομηλιά
- cultivated celery => καλλιεργημένος σέλινος
- cultivated carrot => Καλλιεργημένο καρότο
- cultivated cabbage => λάχανο καλλιεργημένο
- cultivated => Καλλιεργούμενος
- cultivate => καλλιεργώ
- cultivatable => καλλιεργήσιμος
- cultivar => Ποικιλία
- cultivated rice => Καλλιεργημένο ρύζι
- cultivated strawberry => καλλιεργούμενη φράουλα
- cultivation => καλλιέργεια
- cultivator => καλλιεργητής
- cultural => πολιτισμικός
- cultural anthropologist => Πολιτισμικός ανθρωπολόγος
- cultural anthropology => Πολιτισμική ανθρωπολογία
- cultural attache => Επιτετραμμένος Πολιτιστικών Υποθέσεων
- cultural movement => Πολιτιστικό κίνημα
- cultural revolution => πολιτιστική επανάσταση
Definitions and Meaning of cultivated plant in English
cultivated plant (n)
plants that are grown for their produce
FAQs About the word cultivated plant
Definition not available
plants that are grown for their produce
No synonyms found.
No antonyms found.
cultivated parsnip => Παστινάκι, cultivated land => Καλλιεργήσιμη γη, cultivated crab apple => Καλλιεργημένη αγριομηλιά, cultivated celery => καλλιεργημένος σέλινος, cultivated carrot => Καλλιεργημένο καρότο,