Greek Meaning of cross-questioned

ανακρινόμενος

Other Greek words related to ανακρινόμενος

Definitions and Meaning of cross-questioned in English

cross-questioned

a question asked in cross-examination

FAQs About the word cross-questioned

ανακρινόμενος

a question asked in cross-examination

ρώτησε,πολιορκημένος,Ανακρίθηκε,εξετασθεί,ρώτησε (κάποιον),ανέκρινε,κατηχημένος,ψητό,ανεβασμένος,ερωτηθεί

απάντησε,Παρατηρήθηκε,απάντησε,απάντησε,Απέφευξε,Σχολίασε,επανεντάχθηκε,παρατήρησε,απάντησε

crosspatches => Crosspatches, crossing paths (with) => διασταύρωση διαδρομής (με), crossing (up) => διάβαση (πάνω), crossing (out) => <crossing (out)/>, cross-examining => Αντεξέταση,