Greek Meaning of councillorship
δημοτικό συμβούλιο
Other Greek words related to δημοτικό συμβούλιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of councillorship
- councillor => δημοτικός σύμβουλος
- council tax => δημοτικός φόρος
- council table => τράπεζα του συμβουλίου
- council on environmental policy => συμβούλιο για την περιβαλλοντική πολιτική
- council of vienne => Σύνοδος της Βιέννης
- council of trent => Σύνοδος του Τριδέντου
- council of ephesus => Σύνοδος της Εφέσου
- council of economic advisors => συμβούλιο οικονομικών συμβούλων
- council of constance => Σύνοδος της Κωνσταντίας
- council of chalcedon => Σύνοδος της Χαλκηδόνας
- councilman => δημοτικός σύμβουλος
- councilorship => συµβούλιο
- councilwoman => δημοτική σύμβουλος
- counsel => δικηγόρος
- counsel to the crown => Σύμβουλος του στέμματος
- counseling => Συμβουλευτική
- counselling => συμβουλευτική
- counsellor => σύμβουλος
- counsellorship => συμβουλευτική
- counselor => σύμβουλος
Definitions and Meaning of councillorship in English
councillorship (n)
the position of council member
FAQs About the word councillorship
δημοτικό συμβούλιο
the position of council member
No synonyms found.
No antonyms found.
councillor => δημοτικός σύμβουλος, council tax => δημοτικός φόρος, council table => τράπεζα του συμβουλίου, council on environmental policy => συμβούλιο για την περιβαλλοντική πολιτική, council of vienne => Σύνοδος της Βιέννης,