Greek Meaning of corncrake
ορτυκομάχος
Other Greek words related to ορτυκομάχος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of corncrake
- corncob => Στάχυ αραβοσίτου
- cornbread => Αρτοσίτι από καλαμπόκι
- cornaceae => Κρανειοειδή
- corn whisky => ουίσκι καλαμποκιού
- corn whiskey => Ουίσκι καλαμποκιού
- corn tash => καλαμπόκι tash
- corn syrup => Σιρόπι καλαμποκιού
- corn sugar => Σιρόπι καλαμποκιού
- corn stalk => Καλαμπόκι
- corn spurry => Σπερδούκλα
Definitions and Meaning of corncrake in English
corncrake (n)
common Eurasian rail that frequents grain fields
FAQs About the word corncrake
ορτυκομάχος
common Eurasian rail that frequents grain fields
No synonyms found.
No antonyms found.
corncob => Στάχυ αραβοσίτου, cornbread => Αρτοσίτι από καλαμπόκι, cornaceae => Κρανειοειδή, corn whisky => ουίσκι καλαμποκιού, corn whiskey => Ουίσκι καλαμποκιού,