Greek Meaning of chicken soup
Κοτόσουπα
Other Greek words related to Κοτόσουπα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of chicken soup
- chicken snake => Κόμπρα (Ελληνικά)
- chicken scratch => Κρακελ
- chicken sandwich => Σάντουιτς κοτόπουλου
- chicken salad => σαλάτα με κοτόπουλο
- chicken run => Εκτροφείο κοτόπουλων
- chicken roundworm => ασκαρίδα του κοτόπουλου
- chicken purloo => Πουλάκι purloo
- chicken provencale => Κοτόπουλο προβαγκάλ
- chicken pox => Ανεμοβλογιά
- chicken paprikash => Κοτόπουλο παπρικάς
- chicken stew => Κοτόπουλο κοκκινιστό
- chicken stock => Κοτόζουμος
- chicken taco => Τάκο με κοτόπουλο
- chicken tetrazzini => Κοτόπουλο τετραζίνι
- chicken wing => Φτερούγα κοτόπουλου
- chicken wire => Σίτα
- chicken yard => Κοτέτσι
- chicken-breasted => στήθος κοτόπουλου
- chickenfeed => ψίχουλα
- chickenfight => κοκορομαχία
Definitions and Meaning of chicken soup in English
chicken soup (n)
soup made from chicken broth
FAQs About the word chicken soup
Κοτόσουπα
soup made from chicken broth
No synonyms found.
No antonyms found.
chicken snake => Κόμπρα (Ελληνικά), chicken scratch => Κρακελ, chicken sandwich => Σάντουιτς κοτόπουλου, chicken salad => σαλάτα με κοτόπουλο, chicken run => Εκτροφείο κοτόπουλων,