Greek Meaning of characterism
χαρακτηρισμός
Other Greek words related to χαρακτηρισμός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of characterism
- characterisic function => χαρακτηριστική συνάρτηση
- characterise => χαρακτηρίζω
- characterisation => χαρακτηρισμός
- charactered => χαρακτηρισμένος
- character-at-a-time printer => Εκτυπωτής χαρακτήρα-σε-χαρακτήρα
- character witness => Μάρτυρας ηθικής
- character set => Σετ χαρακτήρων
- character reference => Αναφορά χαρακτήρα
- character printer => Εκτυπωτής χαρακτήρων
- character assassination => συκοφαντία
- characteristic => χαρακτηριστικός
- characteristic curve => χαρακτηριστική καμπύλη
- characteristic root of a square matrix => Χαρακτηριστική ρίζα τετραγωνικού πίνακα
- characteristical => χαρακτηριστικό
- characteristically => χαρακτηριστικά
- characterization => χαρακτηρισμός
- characterize => χαρακτηρίζει
- characterized => χαρακτηρισμένο
- characterizing => χαρακτηριστικός
- characterless => Άχρωμο
Definitions and Meaning of characterism in English
characterism (n.)
A distinction of character; a characteristic.
FAQs About the word characterism
χαρακτηρισμός
A distinction of character; a characteristic.
No synonyms found.
No antonyms found.
characterisic function => χαρακτηριστική συνάρτηση, characterise => χαρακτηρίζω, characterisation => χαρακτηρισμός, charactered => χαρακτηρισμένος, character-at-a-time printer => Εκτυπωτής χαρακτήρα-σε-χαρακτήρα,