Greek Meaning of cervical artery
Καρωτιδική αρτηρία
Other Greek words related to Καρωτιδική αρτηρία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cervical artery
- cervical canal => Τραχηλικός σωλήνας
- cervical cap => Κολπικός δακτύλιος
- cervical disc syndrome => Σύνδρομο δισκοκήλης αυχένα
- cervical glands => αυχενικοί αδένες
- cervical glands of the uterus => Αδένες τραχήλου της μήτρας
- cervical nerve => Τραχηλικός νεύρο
- cervical plexus => Αυχενική πλέξη
- cervical root syndrome => Σύνδρομο αυχενικής ρίζας
- cervical smear => τεστ Παπανικολάου
- cervical vein => Τραχηλική φλέβα
Definitions and Meaning of cervical artery in English
cervical artery (n)
an artery that supplies the muscles of the neck
FAQs About the word cervical artery
Καρωτιδική αρτηρία
an artery that supplies the muscles of the neck
No synonyms found.
No antonyms found.
cervical => τραχηλικός, cervelat => Σερβελικό λουκάνικο, cervantite => θειούχος μόλυβδος, cervantes saavedra => Θερβάντες Σααβέδρα, cervantes => Θερβάντες,