FAQs About the word centuple

εκατονταπλάσιος

Hundredfold., To increase a hundredfold.

No synonyms found.

No antonyms found.

centunculus => κεντούνκουλος, centumviri => Κεντούμ βιρι, centumvirate => Εκατοντάρχες, centumviral => κεντουμβιρικός, centumvir => Κεντούμβιροι,