Greek Meaning of centrifugation
φυγοκέντρηση
Other Greek words related to φυγοκέντρηση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of centrifugation
- centrifugate => φυγοκεντρητός
- centrifugal pump => Φυγόκεντρη αντλία
- centrifugal force => φυγόκεντρος δύναμη
- centrifugal filter => Φίλτρο φυγοκέντρησης
- centrifugal => φυγοκεντρική
- centricity => κεντρικότητα
- centrical => κεντρικός
- centric => κεντρικός
- centrex => Κεντρικό γραφείο
- centrepiece => Κεντρικό κομμάτι
- centrifuge => φυγόκεντρος
- centrifugence => φυγόκεντρος
- centring => κεντράρισμα
- centriole => Κεντριόλια
- centripetal => κεντρομόλος
- centripetal acceleration => Κεντρομόλος επιτάχυνση
- centripetal force => κεντρομόλος δύναμη
- centripetence => κεντρομόλος δύναμη
- centripetency => Κεντρομόλος δύναμη
- centriscidae => Αλογόψαρα
Definitions and Meaning of centrifugation in English
centrifugation (n)
the process of separating substances of different densities by the use of a centrifuge
FAQs About the word centrifugation
φυγοκέντρηση
the process of separating substances of different densities by the use of a centrifuge
No synonyms found.
No antonyms found.
centrifugate => φυγοκεντρητός, centrifugal pump => Φυγόκεντρη αντλία, centrifugal force => φυγόκεντρος δύναμη, centrifugal filter => Φίλτρο φυγοκέντρησης, centrifugal => φυγοκεντρική,