Greek Meaning of central park
Σέντραλ Παρκ
Other Greek words related to Σέντραλ Παρκ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of central park
- central office => Κεντρικό γραφείο
- central nervous system => κεντρικό νευρικό σύστημα
- central intelligence machinery => Κεντρικός μηχανισμός πληροφοριών
- central intelligence agency => Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών
- central heating => Κεντρική θέρμανση
- central gyrus => Κεντρική αύλακα
- central dravidian => Κεντρική Δραβιδική
- central city => Κέντρο πόλης
- central chimpanzee => Κοινός χιμπατζής
- central body => κεντρικο όργανο
- central powers => Κεντρικές δυνάμεις
- central processing unit => Μονάδα κεντρικής επεξεργασίας
- central processor => Κεντρικός επεξεργαστής
- central scotoma => Κεντρικό σκότωμα
- central standard time => Κεντρική ζώνη ώρας
- central sulcus => Κεντρική αύλακα
- central thai => κεντρικόταϊλάνδη
- central time => κεντρική ώρα
- central vein of retina => Κεντρική φλέβα του αμφιβληστροειδή
- central vein of suprarenal gland => Κεντρική φλέβα του επινεφριδίου
Definitions and Meaning of central park in English
central park (n)
a large park in Manhattan
FAQs About the word central park
Σέντραλ Παρκ
a large park in Manhattan
No synonyms found.
No antonyms found.
central office => Κεντρικό γραφείο, central nervous system => κεντρικό νευρικό σύστημα, central intelligence machinery => Κεντρικός μηχανισμός πληροφοριών, central intelligence agency => Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών, central heating => Κεντρική θέρμανση,