FAQs About the word carotte

καρότο

A cylindrical roll of tobacco; as, a carotte of perique.

No synonyms found.

No antonyms found.

carotin => Καροτίνη, carotidal => καρωτιδικός, carotid plexus => Πλέγμα της καρωτίδας, carotid body => σώμα καρωτίδας, carotid artery => Καρωτιδική αρτηρία,