FAQs About the word carburetted

καρμπυρατερισμένο

of Carburet

No synonyms found.

No antonyms found.

carburetor => Καρμπυρατέρ, carbureting => Καρμπύρωση, carbureted => τροφοδοτούμενος με υδατάνθρακες, carburetant => καρμπυρατέρ, carburet => Καρβίδιο,