Greek Meaning of carbon atom
Άτομο άνθρακα
Other Greek words related to Άτομο άνθρακα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of carbon atom
- carbon copy => Αντίγραφο με άνθρακα
- carbon cycle => κύκλος του άνθρακα
- carbon dating => χρονολόγηση με άνθρακα 14
- carbon dichloride => Δυχλωριούχο μεθάνιο
- carbon dioxide => Διοξείδιο του άνθρακα
- carbon dioxide acidosis => Οξέωση διοξειδίου του άνθρακα
- carbon disulfide => Δισουλφίδιο του άνθρακα
- carbon monoxide => Μονοξείδιο του άνθρακα
- carbon monoxide gas => Μονοξείδιο του άνθρακα
- carbon monoxide poisoning => Μόλυνση με μονοξείδιο του άνθρακα
Definitions and Meaning of carbon atom in English
carbon atom (n)
an atom of carbon
FAQs About the word carbon atom
Άτομο άνθρακα
an atom of carbon
No synonyms found.
No antonyms found.
carbon arc lamp => Λυχνία τόξου άνθρακα, carbon arc => Άνθρακας ηλεκτρικό τόξο, carbon 14 => άνθρακα-14, carbon => άνθρακας, carbomycin => Καρβομυκίνη,