Greek Meaning of car loan
δάνειο αυτοκινήτου
Other Greek words related to δάνειο αυτοκινήτου
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of car loan
- car insurance => Ασφάλιση αυτοκινήτου
- car horn => κόρνα αυτοκινήτου
- car factory => Εργοστάσιο αυτοκινήτων
- car door => πόρτα αυτοκινήτου
- car dealer => έμπορος αυτοκινήτων
- car company => Αυτοκινητοβιομηχανία
- car carrier => αυτοκινητόσυρτης
- car care => Φροντίδα αυτοκινήτου
- car boot sale => Πώληση από τον πορτμπαγκάζ
- car battery => Μπαταρία αυτοκινήτου
- car maker => Κατασκευαστής αυτοκινήτων
- car manufacturer => Κατασκευαστής αυτοκινήτων
- car mile => χιλιόμετρο αυτοκινήτου
- car mileage => Τα χιλιόμετρα του αυτοκινήτου
- car mirror => εξωτερικός καθρέφτης αυτοκινήτου
- car park => Χώρος στάθμευσης
- car part => ανταλλακτικό αυτοκινήτου
- car pool => Ομαδικήμετακίνηση
- car port => Στεγασμένος χώρος στάθμευσης
- car race => αγώνας αυτοκινήτων
Definitions and Meaning of car loan in English
car loan (n)
a personal loan to purchase an automobile
FAQs About the word car loan
δάνειο αυτοκινήτου
a personal loan to purchase an automobile
No synonyms found.
No antonyms found.
car insurance => Ασφάλιση αυτοκινήτου, car horn => κόρνα αυτοκινήτου, car factory => Εργοστάσιο αυτοκινήτων, car door => πόρτα αυτοκινήτου, car dealer => έμπορος αυτοκινήτων,