FAQs About the word capillation

τριχοειδία

A capillary blood vessel.

No synonyms found.

No antonyms found.

capillary vessel => Τριχοειδές αγγείο, capillary vein => Τριχοειδή, capillary tubing => Τριχοειδής σωλήνας, capillary tube => Τριχοειδής σωλήνας, capillary fracture => Τριχοειδές κάταγμα,