Greek Meaning of calcium lactate
Γαλακτικό ασβέστιο
Other Greek words related to Γαλακτικό ασβέστιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of calcium lactate
- calcium ion => Ιόν ασβεστίου
- calcium hypochlorite => Υποχλωριώδες ασβέστιο
- calcium hydroxide => Υδροξείδιο του ασβεστίου
- calcium hydride => Υδρίδιο του ασβεστίου
- calcium hydrate => Υδροξείδιο του ασβεστίου
- calcium chloride => Χλωριούχο ασβέστιο
- calcium carbonate => Ανθρακικό ασβέστιο
- calcium carbide => καρβίδιο ασβεστίου
- calcium blocker => Αναστολείς διαύλων ασβεστίου
- calcium bicarbonate => διτανθρακικό ασβέστιο
- calcium light => Φως ασβεστίου
- calcium nitrate => νιτρικό ασβέστιο
- calcium octadecanoate => Οκταδεκανοϊκό ασβέστιο
- calcium oxide => Οξείδιο του ασβεστίου
- calcium phosphate => Φωσφορικό ασβέστιο
- calcium stearate => Στεατικό ασβέστιο
- calcium sulfate => θειικός ασβεστίου
- calcium sulphate => Θειικό ασβέστιο
- calcium-channel blocker => Αναστολείς διαύλων ασβεστίου
- calcium-cyanamide => Κυαναμίδιο ασβεστίου
Definitions and Meaning of calcium lactate in English
calcium lactate (n)
a white crystalline salt made by the action of lactic acid on calcium carbonate; used in foods (as a baking powder) and given medically as a source of calcium
FAQs About the word calcium lactate
Γαλακτικό ασβέστιο
a white crystalline salt made by the action of lactic acid on calcium carbonate; used in foods (as a baking powder) and given medically as a source of calcium
No synonyms found.
No antonyms found.
calcium ion => Ιόν ασβεστίου, calcium hypochlorite => Υποχλωριώδες ασβέστιο, calcium hydroxide => Υδροξείδιο του ασβεστίου, calcium hydride => Υδρίδιο του ασβεστίου, calcium hydrate => Υδροξείδιο του ασβεστίου,