Greek Meaning of burdenous
βαρύς
Other Greek words related to βαρύς
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of burdenous
- burdensome => βαρύς
- burdensomeness => βάρος
- burdock => Κολλιτσίδα
- burdon => βάρος
- bureau => γραφείο
- bureau de change => Ανταλλακτήριο συναλλάγματος
- bureau of alcohol tobacco and firearms => Γραφείο Αλκοόλης, Καπνού και Πυροβόλων Όπλων
- bureau of customs => τελωνείο
- bureau of diplomatic security => Γραφείο Διπλωματικής Ασφάλειας
- bureau of engraving and printing => Γραφείο Χάραξης και Εκτύπωσης
Definitions and Meaning of burdenous in English
burdenous (a.)
Burdensome.
FAQs About the word burdenous
βαρύς
Burdensome.
No synonyms found.
No antonyms found.
burdenless => Αβαρής, burdening => επιβαρυντικός, burdener => βαρύς, burdened => επιβαρημένος, burden of proof => Βάρος απόδειξης,