Greek Meaning of brokerly
μεσιτικό
Other Greek words related to μεσιτικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of brokerly
- broker-dealer => μεσίτης-έμπορος
- brokerage house => Χρηματιστηριακή εταιρεία
- brokerage firm => εταιρεία μεσιτείας
- brokerage account => Λογαριασμός μεσιτείας
- brokerage => μεσιτεία
- broker => μεσίτης
- broken-winded => κοφτός στην ανάσα
- brokenness => θραύση
- brokenly => σπασμένος
- brokenheartedness => Κατάθλιψη
Definitions and Meaning of brokerly in English
brokerly (a.)
Mean; servile.
FAQs About the word brokerly
μεσιτικό
Mean; servile.
No synonyms found.
No antonyms found.
broker-dealer => μεσίτης-έμπορος, brokerage house => Χρηματιστηριακή εταιρεία, brokerage firm => εταιρεία μεσιτείας, brokerage account => Λογαριασμός μεσιτείας, brokerage => μεσιτεία,