FAQs About the word bodybuilder

Σκιτσογράφος

someone who does special exercises to develop a brawny musculature

No synonyms found.

No antonyms found.

body-build => σωματική διάπλαση, body weight => βάρος σώματος, body waste => Απόβλητα σώματος, body type => τύπος σώματος, body temperature => Θερμοκρασία σώματος,