Greek Meaning of body guard

σωματοφύλακας

Other Greek words related to σωματοφύλακας

Definitions and Meaning of body guard in English

Wordnet

body guard (v)

accompany and protect from physical harm

FAQs About the word body guard

σωματοφύλακας

accompany and protect from physical harm

κομβόι,υπερασπιστής,Φύλακας,κηδεμόνας,περίπολο,Απεργός φρουρός,θεματοφύλακας,τιμητική φρουρά,Τερματοφύλακας,παρατηρητήριο

No antonyms found.

body forth => ενσαρκώνω, body fluid => Σωματικό υγρό, body english => Γλώσσα σώματος, body covering => Κάλυμμα σώματος, body count => Αριθμός πτωμάτων,