FAQs About the word bobbysoxer

μπομπισόξερ

an adolescent girl wearing bobby socks (common in the 1940s)

Μαθήτρια,έφηβος,πουλάρι,κορίτσι,Σχολαρόκορη,κοπέλα,κορίτσι,δεσποινίς,άτακτο παιχνίδι,Σίλα

No antonyms found.

bobbysocks => κάλτσες αστραγάλου, bobby-socker => νεαρός ποδοσφαιριστής, bobbysock => κάλτσα, bobby pin => τσιμπιδάκι, bobby orr => Μπόμπι Όορ,