Greek Meaning of basaltic
βασάλτινος
Other Greek words related to βασάλτινος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of basaltic
- basalt => Βασάλτης
- basal-nerved => Βασική νευρώση
- basal vein => βασική φλέβα
- basal temperature => βασική θερμοκρασία
- basal placentation => Χαμηλή κύηση
- basal metabolism => Βασικός μεταβολισμός
- basal metabolic rate => Βασικός μεταβολικός ρυθμός
- basal ganglion => βασικά γάγγλια
- basal body temperature method of family planning => Μέθοδος προσδιορισμού της ωορρηξίας με τη θερμοκρασία του σώματος
- basal body temperature method => Μέθοδος βασικής θερμοκρασίας σώματος
Definitions and Meaning of basaltic in English
basaltic (a)
of or relating to or containing basalt
basaltic (a.)
Pertaining to basalt; formed of, or containing, basalt; as basaltic lava.
FAQs About the word basaltic
βασάλτινος
of or relating to or containing basaltPertaining to basalt; formed of, or containing, basalt; as basaltic lava.
No synonyms found.
No antonyms found.
basalt => Βασάλτης, basal-nerved => Βασική νευρώση, basal vein => βασική φλέβα, basal temperature => βασική θερμοκρασία, basal placentation => Χαμηλή κύηση,