Greek Meaning of ballistic missile
βαλλιστικός πύραυλος
Other Greek words related to βαλλιστικός πύραυλος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of ballistic missile
- ballistic identification => βαλλιστική ταυτοποίηση
- ballistic galvanometer => Βαλλιστικός γαλβανόμετρο
- ballistic fingerprinting => Βαλλιστικό αποτύπωμα δακτύλου
- ballistic capsule => Βαλλιστική κάψουλα
- ballistic => βαλλιστικός
- ballister => Βαλλίστρα
- ballista => βαλλίστρα
- balling => μπάλα
- ball-hawking => κυνηγός μπάλας
- ballgame => Παιχνίδι με μπάλα
- ballistic missile defense organization => Οργανισμός άμυνας βαλλιστικών πυραύλων
- ballistic pendulum => Βαλλιστικό εκκρεμές
- ballistic trajectory => Βαλλιστική τροχιά
- ballistics => βαλλιστική
- ballistite => βαλιστίτης
- ballistocardiogram => Βαλλιστοκαρδιογράφημα
- ballistocardiograph => Βαλλιστοκαρδιογράφος
- ballium => Τείχος
- ballock => όρχεις
- balloon => μπαλόνι
Definitions and Meaning of ballistic missile in English
ballistic missile (n)
a missile that is guided in the first part of its flight but falls freely as it approaches target
FAQs About the word ballistic missile
βαλλιστικός πύραυλος
a missile that is guided in the first part of its flight but falls freely as it approaches target
No synonyms found.
No antonyms found.
ballistic identification => βαλλιστική ταυτοποίηση, ballistic galvanometer => Βαλλιστικός γαλβανόμετρο, ballistic fingerprinting => Βαλλιστικό αποτύπωμα δακτύλου, ballistic capsule => Βαλλιστική κάψουλα, ballistic => βαλλιστικός,